4 Οκτ 2011

Ο μαύρος ποιητής


 Όλες αυτές τις περιττές αναφλέξεις του ουρανού στο ηλιοβασίλεμα
το ασήμι που άδικα έχυσε στη θάλασσα το νύχτιο φεγγάρι-
-ποιός δεν πέθανε φτωχός;-
τα άστρα που ευθύνονται για τόσες μυστικές εξάψεις
τόσες κρυφές και θείες υποψίες
ολότελα θα σβήσω αποσιωπώντας τα απ’ την ποίησή μου.
Γιατί είμαι ο μαύρος ποιητής
κι έχω κακία μαύρη σωρεύσει.
Και θα χω ήχους από συρίγματα φιδιών
και μορφές Ηφαίστειες βυθισμένες στον ιδρώτα και στο μολύβι
αναταράξεις σεισμών κροταλισμούς πιθηκισμούς καμώματα γελοία
ευτελίζοντας θα καταξιωθώ
ο μαύρος μες ως την ψυχή
ο ρημαγμένος ποιητής.
Τα κάρβουνα θα υμνήσω τις στάχτες των οστών την τέφρα
το σκουλήκι το αφανές μες στον καρπό
και την φωτιά που καταπίνει και βιός και δάση.
Πυρπολημένος είμαι τρομερός ο μολυβένιος σταχτής στην όψη
και χειροτερεύω συνεχώς στην κολασμένη ζήση
εγώ ο μαύρος ρημαγμένος ποιητής.

Και καλό θα είναι: μακριά μου.
Η ομοιοπαθητική εδώ δεν λειτουργεί.
Στην κόλασή μου θα σας τραβώ ολημερίς
αν αφεθείτε στις γητειές μου.
Και σας λυπάμαι μαύρος είμαι δε θέλω άλλους όμοιούς μου.
Η σήψη μια τιμωρία τρομερή που εφεύραν άσπλαχνοι θεοί
δεν ήμουν πάντα έτσι.
Αλλά δοκίμασα κάθε πικρό φαρμάκι κάθε λαχτάρα μέθυσα ως το πρωί.
Λευκός λαμπρός σαν την αυγή μέχρι τον εωσφορικό λοιμό.
Και κατατάχτηκα να πλέω στο σκοτάδι
και μαύρα λόγια απ' την ψυχή μου να ηχούν
ακόμη κι αν με φτύνετε μείνετε μακριά μην μολυνθείτε.
Βάρος ασήκωτο πιότερο του θανάτου ή της κόλασης τα άλγη
να υμνώ το ανάστροφο στην πλάση
μαύρο σταχτί και μολυβί
ο ανάξιος ο πρώην ο ποιητής.