2 Μαΐ 2012

ψυχιατρική βία 2


Εννοείται πως στο κείμενο που συντάξαμε πιο πάνω, και τιτλοφορείται ως  ‘ψυχιατρική βία’, καθόλου βέβαια δεν αναφερόμαστε στο σύνολο των περιπτώσεων των λειτουργών της ψυχικής υγείας. Επίσης δεν αναφερόμαστε εξ ορισμού ούτε καν στον ειδικότητα της ψυχιατρικής, ως μέριμνα και φροντίδα της ψυχικής υγείας. Αναφερόμαστε σαφώς στην αστοχία εκείνη που παρατηρείται συχνά, καθώς οι εντολοδόχοι της θεραπείας αναπαράγουν, μεταθέτουν ή διευρύνουν το πρόβλημα χωρίς να παρέχουν ίαση και χωρίς βέβαια να νομιμοποιούνται ηθικά σε πολλές περιπτώσεις για την βίαιη προσαγωγή ασθενών, αν και φυσικά υπάρχουν φορές που κάτι τέτοιο επιβάλλεται -σε βίαιες για παράδειγμα συμπεριφορές του ασθενούς προς τους άλλους. Υπαινισσόμαστε, ότι άσχετα με την ύπαρξη ή μη κάποιου ειδικού προβλήματος, το βαθμό και το είδος αυτού, και την διάγνωση του ως μια καταχωρημένη ή μη διαταραχή, η ίαση μπορεί  να προέλθει μόνο από ένα περιβάλλον που δεν θα έχει τα νοσηρά χαρακτηριστικά  εκείνου του περιβάλλοντος που το δημιούργησε. Διαφορετικά μοιάζει πράγματι, και είναι, φαύλος κύκλος. Ένας τέτοιος κύκλος σπάει στην πράξη μόνο από προσωπικότητες ή από κοινές προσπάθειες ατόμων, όπου ο ανθρωπισμός σαν στάση ζωής, ή αν προτιμάτε οι σχέσεις στοργής και ενδιαφέροντος προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο, αποτελούν ένα μη συζητήσιμο δεδομένο. Σε τέτοιες περιπτώσεις γίνεται προσπάθεια για την κατανόηση του ανθρώπου που πάσχει, χωρίς να υπάρχει η ανάγκη για τον διαχωρισμό του από την υπόλοιπη κοινότητα, ως κάποιος ‘διαφορετικός’, ‘προβληματικός’, ‘αξιοπερίεργος’, ‘τρομαχτικός’ (όπως συχνά υπονοείται κάτω από την ετικέτα του ‘ασθενή’). Κάτι τέτοιο πηγάζει από την κατανόηση ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος σε πολύ πιεστικές συνθήκες είναι δυνατόν να θιγεί και να ασθενήσει ψυχικά. Και από την γνώση ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο θεραπευτής κατά την συνάντησή του με τον ασθενή είναι κατ’ ουσίαν τα κοινά ανθρώπινα προβλήματα, μόνο που διαφέρουν ως προς τον βαθμό, την δυσκολία, και την όξυνσή τους την περίοδο που εξετάζεται και θεραπεύεται ο ασθενής. Δεν είναι δυνατόν να θεωρείται (και μάλιστα από τους λειτουργούς της ψυχικής υγείας) η ασθένεια ως κάτι μειωτικό για τον πάσχοντα. Συχνά η μη προσαρμογή ενός ανθρώπου στην αναλγησία κάποιων από τις κοινωνικές μας δομές και στην απανθρωπιά και την έλλειψη επικοινωνίας που τις χαρακτηρίζουν, είναι (και σύμφωνα με την γνώμη μεγάλων ψυχαναλυτών και ψυχιάτρων)  δείγμα υγείας (με την πραγματική, ‘πνευματική’ αν μπορούμε έτσι να πούμε, σημασία της λέξης). Με την έννοια δηλαδή ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος  δεν θέλησε να παραχωρήσει τα όποια στοιχεία ζωτικότητας και ευαισθησίας τον διακατέχουν στον Μολώχ της κοινωνικής ισοπέδωσης και ομοιομορφίας (και τελικά αποτελμάτωσης). Φυσικά η ασθένεια συνιστά  αποτυχία, αφού δείχνει, ότι ο εν προκειμένω άνθρωπος δεν βρήκε ένα κατάλληλο τρόπο ζωής, ενταγμένο κοινωνικά, που θα του επιτρέπει να διατηρεί και να εκφράζει δημιουργικά τα όποια προσωπικά του χαρίσματα και τις όποιες διαφορές του από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Έρχονται όμως συχνά να τον ‘κρίνουν’ και να τον … ‘θεραπεύσουν’ οι μετέχοντες ενεργά σ’ αυτήν την αναλγησία του κοινωνικού οικοδομήματος, οι πραγματικά (πνευματικά) αποτυχημένοι (φυσικά, το ξαναλέω, όχι πάντα). Και η ιατρική υπηρεσία, από υπηρεσία προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο, καθίσταται τότε, ηθελημένα ή αθέλητα, ένα εργαλείο κοινωνικής απομόνωσης και τιμωρίας όσων δεν υπακούουν στα καθιερωμένα στερεότυπα, επιβραβεύοντας έτσι το νοσογόνο περιβάλλον το οποίο δημιούργησε τα προβλήματα, και την γνώριμη σε όλους μας περιρρέουσα βαναυσότητα, που δε μπορεί τελικά παρά να γεννά τη βία, την ασθένεια, και την αλλοτρίωση των ανθρώπων από τον εαυτό τους και από τους άλλους. Από τη στιγμή που μια τέτοια αντιμετώπιση θεσμοθετηθεί, δεν μπορεί, παρά να κρέμεται σα ‘δαμόκλειο σπάθη’ πάνω από όλη την κοινωνία, μιας και κάθε απολυταρχική εξουσία, θα έμπαινε στον πειρασμό να θέσει αυτό το καθεστώς για ‘ιδία χρήση’ κάτω από τους δικούς της σκοπούς. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πάρει τρομαχτικές  διαστάσεις, όπως εκείνες που στο άρθρο που προηγήθηκε καταδεικνύω ενδεικτικά. Διαστάσεις  που δεν υπακούουν ούτε καν στην κοινή λογική ούτε και σε κανένα παγκόσμιο, φυσικό ή ηθικό, ανθρώπινο ή θείο, νόμο. Και που μόνο ο εκφυλισμός του ανθρώπου μπορεί αυθαίρετα να νομιμοποιεί μ’ αυτόν τον τρόπο κατά περίσταση. Και που αν δεν ήταν μια υποβόσκουσα απειλή για όλη την ανθρωπότητα, δε θα ήταν  αναγκαία παρά μια κοινωνική σάτιρα (λογοτεχνικής υφής), που μέσω τέτοιων ‘υπερβολών’ θα αναδείκνυε την (περιορισμένη στα ‘ήδη γνωστά’) κοινωνική μας παθογένεια.