4 Ιουλ 2012

Ο χρόνος και η εικόνα

Κι εκλαμπρυνόσουν αφάνταστα
πλάθοντάς με
Σημάδι πως ο καιρός έφτασε
κι η ποίηση έλαβε μέτωπο
κι ο χρόνος συστολή. 
Μίλαγες με τόση τόλμη
καθώς Άνθιζες
Κι είχα ξεχάσει ποιος ήμουν
-ένας θνητός-
Και κυνηγούσα το Δράκοντα
για να τον σκοτώσω
-καταλάθος ένας Αι- Γιώργης. 
Πόσο δεν παρακάλεσες 
για τούτο θαύμα!
Α, και να ήξερες κοπέλα μου!
Έτοιμος σχεδόν ήμουν ν’αναληφθώ στον ουρανό
κρατώντας σε από την χούφτα.
Μα τούτο το ‘σχεδόν’
είναι που όλα τα χάλασε.
Ω να ‘ξερες! Ω, να ‘ξερες!
Έζησα χωρίς να ζω
Και περνούσαν από πάνω μου
Αλέτρια οι αιώνες
Θανατερά ξαναζωντάνεψαν όλοι οι Εφιάλτες
ώσπου και διάβηκα
κείνο το Πέρασμα
Κι ανακάλυψα πάλι Μέσα μου 
Άφθορη, ολάκερη
την Εικόνα σου
Την δική σου αγαπημένη εικόνα, Αγαπημένη.