11 Μαΐ 2012

Είσητήριο για την κόλαση

Λέω και ξαναλέω, δε θα ξανασχοληθώ με την πολιτική επικαιρότητα, λέω και ξαναλέω ότι έχω άλλο χρέος. Αντιλαμβάνομαι τη δυσφορία του ποιητή που εξαιτίας της δικτακτορίας του ‘67 στην Ελλάδα αναγκάζεται να μιλήσει πολιτικά και στην συνέχεια απεύχεται για τον εαυτό του να παραστεί ανάγκη να κάνει κάτι τέτοιο ξανά. Φυσικά μόνο κατ’ αναλογία το καταλαβαίνω και κάνω την σύγκριση (έχοντας επίγνωση του μεγέθους στο οποίο αναφέρομαι). Πολύ δύσκολο να σιωπήσει κανείς, πολύ δύσκολο να μιλήσει. Σίγουρα χρειάζεται να πάρει κανείς μια απόσταση από τα γεγονότα για να μιλήσει πιο στοχαστικά, αλλά ένα έμπειρο μάτι αντιλαμβάνεται γρήγορα αυτό που κατά κόρον συμβαίνει σήμερα στον κόσμο, αλλά δύσκολα διακρίνει ποιο είναι το επιβαλλόμενο χρέος του: να σιωπήσει, να μιλήσει γενικά, να μιλήσει ποιητικά, να μιλήσει χρηστικά, να μιλήσει απλά (κ.ο.κ);
Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που συνειδητά κάποιοι εκ των δημοσίων προσώπων (πολιτικών και δημοσιογράφων) διαστρέφουν συστηματικά την αλήθεια, επιχειρηματολογούν ψευδόμενοι ενάντια στο συμφέρον εκείνων για το οποίο υποτίθεται ότι ‘κόπτονται’ και το οποίο έχουν φυσικά κληθεί να υπηρετούν. Το εντυπωσιακό δε βρίσκεται μόνο στην ολοσχερή ηθική αναισχυντία τους  (στη δόλια επίβουλη και υποκριτική στάση τους) αλλά στον χοντροκομμένο και εξόφθαλμα παράλογο τρόπο με τον οποίο επιχειρούν να κάνουν κάτι τέτοιο. Είναι γνωστή η μέθοδος που τελευταία κατά κόρον επικρατεί στο δημόσιο διάλογο: ο αντίπαλος (πολιτικός) διακόπτεται συνεχώς, καλύπτεται από υψηλών ντεσιμπέλ κραυγές, (ιδιαίτερα όταν λέει κάτι σημαντικό), ενώ συκοφαντείται ο λόγος του, αλλά  με παιδική σχεδόν προχειρότητα, ποντάροντας προφανώς στην αμάθεια, και το έλλειμα παιδείας που συστηματικά οι ανωτέρω ιθύνοντες (και οι εξουσίες που εκπροσωπούν) καλλιέργησαν τα προηγούμενα χρόνια στο λαό, χρόνια αφελληνισμού, εκβαρβαρισμού, αποπροσανατολισμού και γενικευμένης αλλοτρίωσης. Είναι πολλοί οι τρόποι του ψεύδους, τους σπουδάζω άθελά μου καθημερινά, και όχι μόνο στα τηλεοπτικά παράθυρα. Από τότε που έχασα την παρθενιά της αφέλειας και καλοπιστίας στους οποιουσδήποτε ‘υπεράνω υποψίας’, καθημερινούς ή όχι, ανθρώπους. Ακούω και όσους μακραίνουν από αυτή τη συνειδητοποίηση: ‘είναι φρικτό να γνωρίζεις’, θα πρόσθετα ότι είναι και ‘εξαιρετικά μοναχικό’, αλλά είναι κάτι που ξέρω ότι δεν το επιλέγεις (τουλάχιστον από κάποια στιγμή και έπειτα). Ακούω και όσους καταλογίζουν σε όλους ευθύνες υπολογίζοντας να δρέψουν προς όφελός τους τον καρπό των ενοχών. Και όσους κολακεύουν  αυτιά λέγοντας ότι πάντα φταίνε μόνο οι… ‘άλλοι’. Παρακολουθώ όλους τους τρόπους τους ψεύδους, ‘τις μεθοδείες του διαβόλου’, (ακόμα και στον ίδιο μου τον εαυτό), και μένω έκπληκτος. Σκέφτομαι ότι όσα κι αν δω όσα κι αν καταλάβω επί του θέματος πάντα θα υπάρχουν ένα σωρό που δεν πρόκειται να υποπτευθώ και να μάθω. Και επίσης σκέφτομαι ότι καλύτερα να μην ήξερα ποτέ τίποτε απ' αυτά. Κι ενώ ξεκίνησα να μιλήσω για τις μεθοδεύσεις αυτές, επ’ αφορμή μάλιστα τις πρόσφατες πολιτικοεκλογικές εξελίξεις, έχασα κάθε τέτοιο ενδιαφέρον στην πορεία του λόγου μου. Το χω κιόλας πολλές φορές συλλογιστεί, ότι και η ενασχόληση η ίδια με όλα τούτα είναι φθορά και πολλές φορές μια παγίδα. Αναγκάζεσαι να κατέλθεις πολλά επίπεδα, να γίνεις θρασύς απέναντι στον θρασύ, να φωνάξεις απέναντι στον φωνασκούντα, να απειλήσεις απέναντι σ’ εκείνον που σ’ απειλεί.  Καταλαβαίνω ότι δεν αρκεί να χεις δίκιο, δεν αρκεί να πολεμάς, δεν αρκεί να ξεπερνάς το φόβο, να ρισκάρεις… Και σκέφτομαι καμιά φορά: πόσο ακριβό είναι το εισιτήριο για την κόλαση…(που κερδίζει κανείς κατ’ αυτό τον τρόπο)…