25 Μαρ 2012

Ανωτερότητα κι 'ανωτερότητα' ('ιστορίες' που γίνονται και πάλι 'επίκαιρες')

Ας επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε κάτι που τείνει πάλι σήμερα να αναδειχτεί ‘σημαντικό’ στους αν μη τι άλλο ‘πονηρούς’ καιρούς μας. Εννοώ την αποτίμηση της δεξιότητας αναφορικά με την αποτίμηση του ανθρώπου και την κοινωνική του θέση. Όλη εκείνη η ‘επιστημονική’ παραφιλολογία κάποτε σχετικά με την διανοητική επάρκεια των έγχρωμων πληθυσμών της γης είχε ως βάση της (και από τις δύο μάλιστα πλευρές!) ότι η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα θα ήταν καθοριστική αναφορικά με τα δικαιώματα ενός νέγρου π.χ (!) και θα δικαιολογούσε έτσι την οποιαδήποτε κακομεταχείρησή του από τον λευκό(!) συνάνθρωπό του, αν βέβαια αποδεικνυόταν η ‘φυλετική νοητική του υστέρηση’ (!).

Αντιλαμβάνεται κανείς ότι θίγονται μέγιστα ζητήματα στην εξέταση ενός τέτοιου ζητήματος (φιλοσοφικά, ανθρωπιστικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, πολιτικά, κ.ά). Βασικά ερωτήματα για το τι συνιστά την πραγματική αξία του ανθρώπου, για το τι σημαίνει η υπεροχή ή η υστέρηση σε κάποια πρακτική δεξιότητα, και για το τι θα πρέπει να σημαίνει για μας ως κοινωνία κάτι τέτοιο (σχετικά με την αντιμετώπιση των άλλων), έρχονται εμφανώς στην επιφάνεια.

Ο ένθεος ή και άθεος ανθρωπισμός έχει απαντήσει προ πολλού σε αυτό και μάλιστα ‘προγγραμματικά’. Μια έλλειψη, αδυναμία ή πρακτική μειονεξία σε κάποιο μέλος της κοινωνίας μας έχει αποφανθεί ότι θα πρέπει να βρει αλληλέγγυα όλη την κοινωνία. Με αυτό το πνεύμα οι σύγχρονες αστικές δημοκρατίες διασφάλισαν ως κάποιο βαθμό τα λεγόμενα ‘ανθρώπινα δικαιώματα’, και την κοινωνική μέριμνα (ακόμη και θεσμικά) προς τους πιο αδύναμους. Μεγάλη σημασία σε μια τέτοια περίπτωση είχε η συνείδηση που διαμορφώθηκε κοινωνικά ως αυτά να θεωρούνται τα μη συζητήσιμα πλέον ‘αυτονόητα’ του πολιτισμού μας.

Γνωρίζω φυσικά όπως όλοι την σχετικότητα μιας οποιασδήποτε τέτοιας απόφανσης και της πιθανής ειλικρίνειας ή ανειλικρίνειας δεδηλωμένων προθέσεων. Γνωρίζω επίσης πως οποιοδήποτε αγαθό δοκιμάζεται συχνά από τη ζωή στα έσχατα όριά του ( ο ανθρωπισμός μας όταν διακινδυνεύουμε τη ζωή μας χάριν του άλλου, για παράδειγμα). Γνωρίζω φυσικά το ευεπηρέαστο όλων μας και το έωλο του φρονήματος μας (μέχρι αποδείξεως του εναντίον).

Κι ας γυρίσουμε πίσω στις αρχές του προηγούμενου αι. όπου ένας ολόκληρος λαός (σχεδόν) πείστηκε για την ‘ανώτερότητά’ του έναντι των υπολοίπων και αξίωσε έτσι να τους εξουσιάσει (δια της βίας). Επιβάλλεται πάλι να απαντήσουμε: Γιατί αυτόχρημα η όποια ανωτερότητα σημαίνει και διακαίωμα κατεξουσίασης; Πως τεκμηριωνέται ‘ανωτερότητα’ σε ένα ολόκληρο έθνος ή κοινωνική ομάδα, έστω και ως προς ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, όταν όλοι γνωρίζουμε την μεγάλη κατ’ άτομο ποικιλομορφία που υπάρχει και στον πιο αμιγή πληθυσμό; Και τι θα κάνουμε σήμερα για να αποτρέψουμε ένα πισογύρισμα των κοινωνιών μας σε μια τέτοια θηριώδη ιδεολογία (και την συνακόλουθη θηριώδη πρακτική); Και μάλιστα όταν συστηματικά (ίσως και εσκεμμένα) ο κοινωνίες αυτές θα βρίσκονται σε συνθήκες κρίσης και απειλής, ώστε η ‘καλοσύνη’ μας να μην μπορεί πλέον να γίνει ‘ανέξοδα’ όπως γινόταν πρώτα; Ίσως αναδειχτεί τότε μια άλλη ανωτερότητα όπως συχνά έγινε και γίνεται σε τέτοιες εποχές. Ή μια νέα βαρβαρότητα που θα ζητά στους ‘περίσσειους’ (τους μη ‘αποδοτικούς’, τους ‘προβληματικούς’κ.α) να μας αδειάσουν την γωνιά το ταχύτερο (αν όχι τίποτε χειρότερο, κανείς δε ξέρει…).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου